1990 στη Γερμανία. Συναντώ έναν συμμαθητή μου τυχαία, μου μιλάει για την αγάπη του Θεού. Πηγαίνω μαζί του στην εκκλησία, ενθουσιάζομαι. Γνωρίζω ένα διαφορετικό, γλυκό πρόσωπο του Θεού. Μ’ αρέσει πολύ. .. Αναγκάζομαι όμως να επιστρέψω στην Ελλάδα. Όλα ξεχνιούνται, χάνονται.
12 χρόνια μετά στην ίδια πόλη στην ίδια χώρα. Βρίσκομαι σε απελπιστική κατάσταση. Μεγάλη θλίψη βαραίνει την καρδιά μου, η προσωπική μου ζωή είναι διαλυμένη, ο κόσμος μου έχει καταρρεύσει. Σκέφτομαι από το να παρατήσω την δουλειά μου, και να ξαναγυρίσω στην Ελλάδα, μέχρι ν’ αυτοκτονήσω. Τίποτε δε μου προκαλεί χαρά, όλα είναι μαύρα γύρω μου. Παίρνω μία μέρα το αυτοκίνητο και κλαίγοντας πηγαίνω, και πηγαίνω, και πηγαίνω. Καταλαβαίνω κάποια στιγμή πως αν δεν γυρίσω πίσω θα χαθώ.
Ήδη, βρισκόμουν σε μια δασική έκταση άγνωστη σε μένα. Μπαίνω λοιπόν σ’ ένα πλάτωμα-πάρκινγκ δεξιά από το δρόμο με σκοπό να κάνω στροφή και να επιστρέψω. Σταματώ όμως για να κατέβω λίγο από το αυτοκίνητο, να ηρεμήσω, και να θαυμάσω την θέα. Ανοίγοντας την πόρτα, αυτή χτύπησε πάνω σ’ ένα κουβαδάκι, το οποίο βρισκόταν εκεί στο παρκινγκ. To βλέπω λοιπόν και μου προξενεί κατάπληξη, το ότι είναι σκεπασμένο! Όλα όσα υπήρχαν στο πάρκινγκ ήταν ανοιχτά ώστε να πετάμε τα σκουπίδια. Πάω λοιπόν κοντά, το παρατηρώ, η περιέργεια με κυριεύει, και ανασηκώνω το σκέπασμά του, να δώ τι περιέχει το περίεργο κουβαδάκι!
Τι περιέχει; Δύο φυλλάδια, και τίποτε άλλο, ευαγγελιστικά , τα οποία μου θύμισαν πως ο Θεός είναι ακόμη εκεί για μένα, με περιμένει με την αγκαλιά ανοιχτή, να με παρηγορήσει, και να σηκώσει όλα μου τα βάρη!
Ξαφνικά, όλα έγιναν διαφορετικά γύρω μου. Ο κόσμος άλλαξε για μένα, ελπίδα φώλιασε στην καρδιά μου, σύννεφα άρχισαν να διαλύονται. Τέσσερις μέρες μετά, περπατώντας στον πολυσύχναστο κεντρικό δρόμο της μεγαλούπολης, ακούω μία φωνή να μου φωνάζει. Και, ποιόν βλέπω μπροστά μου μετά από 12 χρόνια; Τον συμμαθητή μου, που με είχε οδηγήσει για πρώτη φορά στην εκκλησία. Ο Θεός με την αγάπη του, και τα τέλεια σχέδια Του, μου έστειλε τον ίδιο άνθρωπο, του οποίου τα ίχνη είχα χάσει για 12 χρόνια, στην ίδια πόλη, να με οδηγήσει ξανά κοντά Του, και να δώσει νέο νόημα στην ζωή μου. Την στιγμή που τον είχα περισσότερο ανάγκη από κάθε άλλη φορά. Η συνέχεια είναι γνωστή, για όλους όσους είναι κοντά μου.
Δεν μετάνιωσα ποτέ για την απόφαση που πήρα, να βαδίσω με τον Θεό. Έκανε θαυμάσια στην ζωή μου. Με παρηγόρησε, με καθοδήγησε, μου προμήθευσε. Και στις δύσκολες στιγμές είναι πάντα κοντά μου! Υποσχέθηκε πως δεν θα μ’ εγκαταλείψει ποτέ! Δεν φοβάμαι τίποτε, γιατί αυτός είναι μαζί μου. Πολλά νερά δεν μπορούν ν α σβήσουν την αγάπη Του, ούτε ποτάμια να την πνίξουν! Μία θλιμμένη Κυριακή, μέσα στον κουβά ενός πάρκινγκ, εγώ βρήκα θησαυρό αντί για σκουπίδια! Σ’ αγαπώ Κύριε!.
Γιώτα.